
H γλυπτική της Γεωργίας Τουρμούζη αποτελεί, σε μια διαστροφικά ευθεία αναλογία, ό,τι και η μελαγχολία της Ε. Dickinson για τον ποιητικό μόχθο των τελευταίων αιώνων.
H γλυπτική είναι μια τέχνη μοναχική. Και οι μορφές που η Τουρμούζη φαντάζεται, επινοεί και υλοποιεί (στα πλαίσια μιας θεματικής ενότητας, που περιστρέφεται γύρω από το δίπολο «ροή & μετάλλαξη», με τον άηχο αλλά εύγλωττο τίτλο <=Θ=>) μας το υπενθυμίζουν.
Πέρα από αυτό, μοιάζουν να ασφυκτιούν στον δέοντα χωροχρόνο. Τείνουν να αποδράσουν προς έναν τόπο φουτουριστικό. Κι αν αυτό συμβεί, τα μάτια θα πάψουν να διαχέουν θλίψη, τα καρφιά θα κάνουν αναστροφή και θα βυθιστούν στο κύριο σώμα των μορφών˙ θα πάψουν να εξέχουν.
Η στιλπνότητα θα παραμείνει. Γιατί ο ερωτισμός ενέχει τη στιλπνότητα, την υγρασία. Κι ο καλλιτεχνικός μεγάκοσμος της Τουρμούζη θα συνεχίσει να είναι ανερυθρίαστα ερωτεύσιμος (οργιωδώς στιλπνά κελύφη και ευδιάκριτες ωμές καμπύλες – θρασείς αναφορές στην αιδοιακή υγρασία).